συνανακεράννυμαι

συνανακεράννυμαι
ΜΑ, και συνανακίρναμαι και συνανακιρνῶμαι, -άομαι, Α
1. αναμιγνύομαι, ανακατεύομαι με κάτι άλλο («κωνείῳ ἢ ἀκονίτῳ συνανακραθεῑσαν φιλοτησίαν», Λουκιαν.)
2. ενώνομαι με βαθύτερη εσωτερική ένωση («ἐπειδὴ συνανεκράθη θεῷ καὶ γέγονεν εἷς», Γρηγ. Ναζ.)
μσν.
γραμμ. παθαίνω συνίζηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν-* + ἀνακεράννυμαι «αναμιγνύομαι»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • συνανακεκραμένον — συνανακεράννυμαι to be mixed up with perf part mp masc acc sg συνανακεράννυμαι to be mixed up with perf part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνανακεραννύει — συνανακεράννυμαι to be mixed up with pres ind mp 2nd sg συνανακεράννυμαι to be mixed up with pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνανακεκραμένη — συνανακεράννυμαι to be mixed up with perf part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνανακεκραμένης — συνανακεράννυμαι to be mixed up with perf part mp fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνανακερασθεῖσα — συνανακεράννυμαι to be mixed up with aor part pass fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνανακερασάμενος — συνανακεράννυμαι to be mixed up with aor part mid masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνανακεράννυται — συνανακεράννυμαι to be mixed up with pres ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνανακέκραται — συνανακεράννυμαι to be mixed up with perf ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνανεκεράννυτο — συνανακεράννυμαι to be mixed up with imperf ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνανακραθέντα — συνανακρᾱθέντα , συνανακεράννυμαι to be mixed up with aor part pass neut nom/voc/acc pl (epic doric aeolic) συνανακρᾱθέντα , συνανακεράννυμαι to be mixed up with aor part pass masc acc sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”